Επιστολή απέστειλαν οι δικηγόροι των δύο μοναχών της Ιεράς Μονής Οσίου Αββακούμ στο Γενικό Εισαγγελέα, μετά την πολύωρη κατάθεση του Μητροπολίτη Ταμασού στην Αστυνομία και την κατάθεση των δύο μοναχών επίσης στην Αστυνομία το πρωί του Σαββάτου 9/3.
Στην επιστολή των δικηγόρων των μοναχών προς τον Γενικό Εισαγγελέα καταγράφεται η πλευρά των μοναχών αλλά και το πως εξελίχθηκαν τα γεγονότα την 6η Μαρτίου, ενώ πολλές είναι οι κατηγορίες που εξαπολύουν ενάντια του Μητροπολίτη Ταμασού.
Αυτούσια η επιστολή:
Αναφερόμαστε εις το ως άνω θέμα και μετά λύπης μας θα πρέπει να σας γνωστοποιήσουμε τα πιο κάτω θλιβερά γεγονότα τα οποία ο Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής (κατά κόσμο Σπυρίδων Γεωργάκης) ενορχήστρωσε και κατασκεύασε την εκκλησιαστική δίωξη του Ηγούμενου Οσίου Αββακούμ Νεκτάριου και του Αρχιμανδρίτη Πορφύριου, με την κατάχρηση της εξουσίας του ως κυρίαρχος Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής.
Συγκεκριμένα, κατά το απόγευμα της Τρίτης 05/03/2024 ομάδα τριάντα περίπου ατόμων, εκ των οποίων δέκα κουκουλοφόροι, οι οποίοι δήλωσαν εις τους Μοναχούς, ότι ενεργούν κατόπιν οδηγιών του Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής Ησαϊα, εισήλθαν βιαίως, παρανόμως και δίχως άδεια και ένταλμα έρευνας στους χώρους της Ιεράς Μονής Οσίου Αββακούμ στο Φτερικούδι της επαρχίας Λευκωσίας και με σκαιό τρόπο και απειλές «συνέλαβαν» και απήγαγαν τους μοναχούς της Μονής (μεταξύ των οποίων και την εθελόντρια λογίστρια της Μονής) και αφαίρεσαν τα κινητά τους τηλέφωνα και τα προσωπικά έγγραφα που έφεραν επάνω τους και απαίτησαν όπως τους ακολουθήσουν. Ακολούθως τους εξανάγκασαν να επιβιβαστούν βιαίως σε όχημα και τους μετέφεραν χωρίς την θέληση τους στα γραφεία της Ιεράς Μητρόπολης Ταμασού και Ορεινής.
Με την άφιξη τους εκεί, τους απομόνωσαν τον καθένα χωριστά σε διαφορετικούς χώρους και/ή γραφεία υπό αυστηρά «φρούρηση», και τους υπέβαλαν σε πολύωρες «ανακρίσεις» στην παρουσία του Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής Ησαϊα, απαγορεύοντας τους να έχουν την παραμικρή επικοινωνία, είτε μεταξύ τους είτε με άλλα πρόσωπα του οικογενειακού και/ή φιλικού περιβάλλοντός τους.
Κατά τη διάρκεια των πολύωρων «ανακρίσεων» αυτών, ο Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής Ησαϊας και πρόσωπα της εκεί συνοδείας του, τους ζητούσαν με φορτικότητα και υπό το κράτος απειλών και τρομοκρατίας να υπογράψουν παραδοχές περί δήθεν εμπλοκής του Ηγουμένου της Μονής Αρχιμανδρίτη Νεκτάριου και του μέλους της Μονής Αρχιμανδρίτη Πορφυρίου σε οικονομικά και σεξουαλικά σκάνδαλα. Επικαλούνταν μάλιστα την ύπαρξη βίντεο και/ή οπτικογραφημένο υλικό και άλλων στοιχείων, τα οποία δήθεν αποδείκνυαν τα κατά ισχυρισμό «σκάνδαλα». Εν τέλει και παρά την αρχική άρνησή τους, εξασφάλισαν και τους έπεισαν (όπως έπραξαν και με τον Ηγούμενο Νεκτάριο και τον Αρχιμανδρίτη Πορφύριο) να υπογράψουν ομολογίες και «παραδοχές», οι οποίες εξασφαλίστηκαν δίχως την ελεύθερη βούληση τους και/ή υπό συνθήκες εκβιασμού και τρόμου.
Εν σχέσει με τον Ηγούμενο Νεκτάριο και τον Αρχιμανδρίτη Πορφύριο τους είχαν απομονώσει και στερήσει την ελευθερία τους από το μεσημέρι τις 5ης Μαρτίου 2024 μέχρι τις πρωινές ώρες τις 6ης Μαρτίου 2024 και αφού είχε προηγηθεί τόσον η παράνομη σύλληψη και στέρηση της ελευθερίας τους, καθώς και η πολύωρη και καταπιεστική ανάκριση, εξασφάλισαν τις υπογραφές των Ηγουμένων σε προδιατυπωμένα έγγραφα, με τις οποίες μεταξύ άλλων είχαν προβεί άνευ της θέλησης τους σε ομολογία και παραδοχή περί διάπραξης ποινικών και ηθικών παραπτωμάτων.
Έκτοτε, και μετά την εξασφάλιση της υπογραφής τους στις «παραδοχές» αυτές, οι Μοναχοί «απολύθηκαν» από τους δεσμώτες τους, δεν τους επιτράπηκε όμως η επάνοδός τους στη Μονή, η οποία πλέον ήταν «φρουρούμενη» από τους παραπάνω κουκουλοφόρους. Επαναλαμβάνουμε, ότι πελάτες μας κατά τις πρωινές ώρες της 6ης Μαρτίου του 2024, κάτω από συνθήκες τρόμου και απειλών, υπέγραψαν άνευ της θέλησης τους την οικειοθελή καθαίρεση τους και παύση εκ των καθηκόντων των που τους επιβλήθηκε από τον Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής.
Σύμφωνα με βάσιμες υπόνοιες οι κουκουλοφόροι αυτοί ήσαν εν ενεργεία αστυνομικοί με πολιτική αμφίεση, τελούντες υπό την καθοδήγηση του Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής. Διαπιστώνεται, ότι οι εμπλεκόμενοι αστυνομικοί αυτοί, αν και δημόσιοι λειτουργοί, μισθοδοτούμενοι από τον κρατικό προϋπολογισμό, τέθηκαν παρανόμως και καταχρηστικώς στην υπηρεσία προσώπου που δεν είναι δημόσιος λειτουργός, του Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής, εξυπηρετώντας έτσι αλλότρια συμφέροντα και διαπράττοντας τις παραπάνω παράνομες πράξεις.
Επιπρόσθετα των πιο πάνω, ο Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής, με συνεργασία του Αρχιμανδρίτη Βαρνάβα, κατά κόσμον Παναγιώτη Χρυσάνθου, ο οποίος ήταν Αρχιμανδρίτης στην Ιερά Μονή, φαίνεται να είχεν ζητήσει την εξ’αποστάσεως παρακολούθηση των αρχείων του κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης της Μονής, κάτι που άλλωστε ο ίδιος ο Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής, παραδέχθηκε στους Μοναχούς και στους πελάτες μας. Επισημαίνουμε εδώ, ότι ο Αρχιμανδρίτης Βαρνάβας είχεν τους σχετικούς κωδικούς, απέκτησε πρόσβαση στο σχετικό αρχείο, έλαβε αντίγραφα μέρους των βιντεοταινιών, τα οποία επεξεργάσθηκε και τα οποία παρέδωσε στον Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής. Στην συνέχεια, φαίνεται να είχεν γίνει περαιτέρω επεξεργασία και μοντάρισμα των εν λόγω παράνομων ληφθέντων οπτικών και ηχητικών υλικών. Μάλιστα, κατά τη χθεσινή (08/03/2024) συνεδρία της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κύπρου, ο ως άνω Μητροπολίτης, κατά παράβαση της σχετικής Νομοθεσίας και κατά παράβαση του Καταστατικού Χάρτη της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κύπρου, γνωστοποίησε και παρουσίασε το περιεχόμενό του εν λόγω παράνομου ληφθέντος υλικού στους παριστάμενους Επισκόπους, κατά προφανή και κατάφωρη παράβαση της νομοθεσίας περί προσωπικών δεδομένων, χωρίς να γνωστοποιήσει, ότι το εν λόγω υλικό είχε ληφθεί με παράνομο μέσο και ότι λήφθηκε χωρίς την συναίνεση των πελατών μας και των Μοναχών.
Εξ’ίσου σημαντικό είναι να τονίσουμε, ότι ως άνω βιαίως εισελθόντες το απόγευμα της Τρίτης (05/03/2024) στους χώρους της Μονής «κατάσχεσαν» και ιδιοποίησαν και κατακράτησαν παρανόμως προσωπικά έγγραφα των μοναχών και των πελατών μας, καθώς και έγγραφα της Μονής, τα οποία ενδεχομένως έχουν παραποιήσει ή και καταστρέψει. Και αυτό προκειμένου να αποτρέψουν και να εμποδίσουν τους πελάτες μας να παρουσιάσουν απαραίτητα έγγραφα και τεκμήρια, τόσον στις αρμόδιες Αρχές του Κράτους και στην Ιερά Σύνοδο, πως για κάθε εισφορά των πιστών έχει εκδοθεί σχετική απόδειξη δωρεάς και πως τα χρήματα των πιστών και/ή από τις επιχειρηματικές δραστηριότητες της Μονής, έχουν χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για την αγορά ακίνητης περιουσίας που αποτελεί μέρος της Μονής, ως επίσης και τα έξοδα ανέγερσης των κτηριακών εγκαταστάσεων της Μονής. Επίσης «κατάσχεσαν» χρηματικό ποσό €807.000=(Οκτακόσιες Επτά Χιλιάδες Ευρώ), το οποίο ήταν φυλαγμένο σε χρηματοκιβώτιο εντός της κατοικίας της μητέρας του Ηγούμενου Νεκτάριου. Το εν λόγω χρηματικό ποσό δεν είναι περιουσία της Μονής, αλλά του Ηγουμένου αυτής και/ή αλλιώς ανήκει στους δωρητές, το οποίο έκτοτε παράνομα κατακρατείται από τον Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής, παρά το γεγονός ότι έχουν αποσταλεί προδικαστηριακές επιστολές από τους δωρητές των χρημάτων, οι οποίοι απαιτούν και/ή αξιώνουν την επιστροφή των χρημάτων τους ή αλλιώς θα ληφθούν δικαστικά μέτρα εναντίον του.
Πέραν των παραπάνω, ο Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής σε τακτά χρονικά διαστήματα εκβιαστικώς απαιτούσε και παραλάμβανε από τον Ηγούμενο της Μονής σημαντικά χρηματικά ποσά από την περιουσία της Μονής, που ο Ηγούμενος του τα παρέδιδε μετρητά στα χέρια του στους χώρους της Μητρόπολης μέσα σε φακέλους ή σακούλες. Αποκορύφωμα αυτής της κατάστασης ήταν η εκβιαστική απαίτηση του Μητροπολίτη να του παραδοθούν, πριν από ένα χρόνο περίπου, από την περιουσία της Μονής €450.000=(Τετρακόσιες Πενήντα Χιλιάδες Ευρώ) σε μετρητά για τις ανάγκες της προεκλογικής του εκστρατείας για την Αρχιεπισκοπή της Κύπρου, πράμα το οποίο ο Ηγούμενος της Μονής εκβιαστικώς υποχρεώθηκε να πράξει και έπραξε. Επισημαίνουμε εδώ, ότι προγενέστερα των πιο πάνω γεγονότων, ο Μητροπολίτης Ταμασού και Ορεινής απαίτησε από τον Ηγούμενο πελάτης μας Νεκτάριο, όπως του καταβάλει επιπρόσθετα χρηματικά ποσά (μαύρα) και ένεκα της άρνησης του πελάτη μας να εισακούσει και/ή υποκύψει στην περαιτέρω εκβιαστική συμπεριφορά του Μητροπολίτη, αυτό φαίνεται να ήταν ο λόγος και αιτία για τις «καταγγελίες» του Μητροπολίτη σε βάρος των πελατών μας.
Για όλα τα παραπάνω καταγγελλόμενα περιστατικά υπάρχουν έγγραφα και γραπτές και προφορικές μαρτυρίες που τα επιβεβαιώνουν πέραν πάσης αμφιβολίας.
Επισημαίνουμε ότι κατά τις 08/03/2024 και 09/03/2024, αντίστοιχα, δύο Μοναχοί της Μονής μετέβησαν σε τέσσερα διαφορετικά Αστυνομικά Τμήματα, ώστε να προβούν σε σχετικές καταγγελίες εναντίον του Μητροπολίτη Ταμασού και Ορεινής, που αφορούσε μεταξύ άλλων, την απαγωγή τους, στέρηση της ελευθερίας τους και την εξασφάλιση της υπογραφής τους άνευ της θέλησης τους, περί της ενοχής των πελατών μας, πλην όμως οι αρμόδιοι και επικαθήκοντι αστυνομικοί δεν τους επέτρεψαν και τους έδιωξαν. Σχετική καταγγελία έχει γίνει από τους Μοναχούς στον Πρόεδρο Ανεξάρτητης Αρχής Διερεύνησης Ισχυρισμών και Παραπόνων κατά της Αστυνομίας.
Χωρίς επηρεασμό των ως άνω, εν σχέση με τα παραπάνω περιστατικά στοιχειοθετούν εγκλήματα και αδικήματα που προβλέπονται και τιμωρούνται από τον Ποινικό Κώδικα (ΠΚ).
Συγκεκριμένα, στοιχειοθετούνται τα εγκλήματα της βίαιης εισόδου (άρθρο 87 ΠΚ), της παράνομης κατακράτησης (άρθρο 88 ΠΚ), της απειλής βιαιοπραγίας (άρθρο 91 ΠΚ), της απειλής (άρθρο 91 Α ΠΚ), της κατάχρησης εξουσίας (άρθρο 105 ΠΚ), της αντιποίησης εξουσίας (άρθρο 108 ΠΚ), της υποκίνησης μαρτύρων σε ψευδή μαρτυρία (άρθρο 118 ΠΚ), της εξαπάτησης μάρτυρα (άρθρο 119 ΠΚ), της καταστροφής αποδεικτικού υλικού (άρθρο 120 ΠΚ), της συνομωσίας για ανατροπή της πορείας της δικαιοσύνης και επηρεασμό μαρτύρων (άρθρο 121 ΠΚ), της κοινής επίθεσης (άρθρο 242), της απαγωγής (άρθρο 247 Α), της στέρησης της ελευθερίας κάποιου με σκοπό τον εξαναγκασμό να προβεί σε μη οφειλόμενη πράξη (άρθρο 251 Α ΠΚ), της κλοπής (άρθρα 255 και επόμενα ΠΚ), της εισόδου σε ξένη περιουσία με σκοπό τη διάπραξη ποινικού αδικήματος (άρθρο 280 ΠΚ), της εκβίασης (άρθρο 290 Α ΠΚ), της εισόδου σε κατοικία με σκοπό τη διάπραξη κακουργήματος (άρθρο 293 ΠΚ) και της συνομωσίας για διάπραξη κακουργήματος (άρθρο 371 ΠΚ).
Πέραν των παραπάνω παραβάσεων, λόγω της ανωτέρω περιγραφόμενης συμπεριφοράς των καταγγελλομένων πελατών μας, παραβιάστηκαν κατάφωρα οι διατάξεις του Περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου του 2001.
Τέλος, πέραν των παραπάνω παραβάσεων, παραβιάσθηκαν και οι διατάξεις του Περί Αστυνομίας Νόμου του 2004 και των Περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων του 1990 έως 2022, λόγω της φερόμενης εμπλοκής αστυνομικών οργάνων με πολιτική αμφίεση στα παραπάνω αναφερόμενα γεγονότα.
Συνεπώς των πιο πάνω και ενόψει των ανωτέρω εκτεθέντων, παρακαλούμε για την κατά λόγο αρμοδιότητας διερεύνηση από τις υπηρεσίες σας και τις εκ του νόμου επιβαλλόμενες ενέργειες.
Με εκτίμηση,
Ανδριάνα Κλαϊδή
Νικόλαος Κουλούρης
TTC TEMPLE COURT CHAMBERS
Οι δικηγόροι των καταγγελλόντων
sigmalive.com